Μια επιθυμία για το φως

του Carl G. Jung

Από την αυτοβιογραφία του (Carl G.Jung),
με τίτλο «Αναμνήσεις, Σκέψεις, ΄Ονειρα»

 

Ηταν παρών Αυτός που υπάρχει πάντα

Από την αρχή, είχα την αίσθηση του προορισμού, λες και η ζωή μου να μου είχε δοθεί από τη μοίρα και έπρεπε να εκπληρωθεί. Αυτό μου έδινε μια εσωτερική ασφάλεια και μολονότι δεν μπορούσα να το αποδείξω στον εαυτό μου, το απέδειξε αυτό σε μένα. Δεν είχα «εγώ» αυτή τη βεβαιότητα, «αυτό» την είχε. Κανείς δεν μπορούσε να μου αφαιρέσει την πεποίθηση ότι διατάχθηκα να κάνω αυτό που ήθελε ο Θεός και όχι αυτό που ήθελα εγώ. Αυτό μου έδωσε τη δύναμη να ακολουθήσω το δρόμο μου. Πολλές φορές, είχα την αίσθηση ότι σε όλα τα αποφασιστικά θέματα δεν ήμουνα πια ανάμεσα στους ανθρώπους, αλλά μόνος με τον Θεό.

Και όταν βρισκόμουν «εκεί», όπου δεν ήμουν πια μόνος, βρισκόμουν έξω από τον χρόνο. Ανήκα στους αιώνες. Και Αυτός που έδινε τότε την απάντηση ήταν Αυτός που πάντα υπήρχε, που υπήρχε πριν από τη γέννησή μου. ΄Ηταν παρών Αυτός που υπάρχει πάντα. Αυτές οι συνομιλίες με τον «΄Αλλον» αποτελούσαν τις πιο βαθιές μου εμπειρίες. Από τη μια, ένας ματωμένος αγώνας, από την άλλη υπέρτατη έκσταση.

 

Αυτή είναι η ιδιομορφία μου

Η διαφορά ανάμεσα στους περισσότερους ανθρώπους και σε μένα είναι ότι για μένα τα «διαχωριστικά τείχη» είναι διαφανή. Αυτή είναι η ιδιομορφία μου. ΄Αλλοι βρίσκουν αυτά τα τείχη τόσο αδιαπέραστα που δεν βλέπουν τίποτα πίσω τους και γι’ αυτό νομίζουν ότι δεν υπάρχει τίποτα εκεί. Ως ένα σημείο βλέπω τις διεργασίες που γίνονται στο πίσω μέρος και αυτό μου δίνει μιά εσωτερική βεβαιότητα. Οι άνθρωποι που δεν βλέπουν τίποτα, δεν έχουν βεβαιότητες και δεν μπορούν να βγάλουν συμπεράσματα – ή αν βγάζουν δεν τα εμπιστεύονται. Δεν ξέρω τι με έκανε να ξεκινήσω να παρατηρώ το ποτάμι της ζωής. ΄Ισως το ίδιο το ασυνείδητο. ΄Ισως πάλι τα πρώτα μου όνειρα. Καθόρισαν την πορεία μου από την αρχή.

Η γνώση των διεργασιών του βάθους διαμόρφωσε από νωρίς τη σχέση μου προς τον κόσμο. Βασικά, η σχέση αυτή ήταν η ίδια στην παιδική μου ηλικία που είναι και τώρα. Ως παιδί ένιωθα μόνος, και ακόμα το νιώθω, επειδή γνωρίζω πράγματα και πρέπει να θέλω πράγματα που οι άλλοι, όπως φαίνεται, τα αγνοούν και που δεν θέλουν οι περισσότεροι να μάθουν. Η μοναξιά δεν προέρχεται από το ότι δεν έχει κανείς ανθρώπους γύρω του αλλά από το να μην μπορεί να ανακοινώσει τα πράγματα που του φαίνονται σπουδαία ή από το ότι έχει ορισμένες απόψεις που οι άλλοι τις βρίσκουν απαράδεκτες.

Η μοναξιά άρχισε με τις εμπειρίες των πρώτων μου ονείρων και έφτασε στο κορύφωμά της όταν είχα αρχίσει να ασχολούμαι με το ασυνείδητο. Αν κάποιος γνωρίζει περισσότερα από τους άλλους απομονώνεται. Αλλά η μοναξιά δεν είναι αναγκαστικά εχθρική στη συντροφιά, επειδή κανείς δεν είναι πιο ευαίσθητος στη συντροφιά από τον άνθρωπο που νιώθει μοναξιά και η παρέα ευδοκιμεί μόνο όταν το κάθε άτομο θυμάται την ατομικότητά του και δεν ταυτίζεται με τους άλλους.

Είναι πολύ σημαντικό το να έχει κανείς ένα μυστικό, ένα προμήνυμα άγνωστων πραγμάτων. Η ζωή του γεμίζει με κάτι το απρόσωπο, το «υπερφυσικό». ΄Οποιος ποτέ δεν είχε αυτή την εμπειρία έχει χάσει κάτι πολύ σπουδαίο. Πρέπει να νιώθει ότι ζει σ’ έναν κόσμο που, από ορισμένες πλευρές, είναι μυστηριώδης, ότι συμβαίνουν πράγματα που παραμένουν ανεξήγητα, ότι δεν είναι δυνατό να προβλεφτούν όλα όσα γίνονται. Το απροσδόκητο και το απίστευτο ανήκουν σ’ αυτό τον κόσμο. Μόνο τότε η ζωή είναι ολόκληρη. Για μένα ο κόσμος υπήρξε ανέκαθεν άπειρος και ασύλληπτος.

 

 

Ο δρόμος της βιωματικής γνώσης

Για μένα, δεν υπάρχει λύτρωση «με κάθε μέσο». Δεν μπορώ να λυτρωθώ από κάτι που δεν κατέχω, που δεν έχω κάνει ή δεν έχω ζήσει. Η πραγματική λύτρωση γίνεται εφικτή για μένα μόνο όταν έχω κάνει όλα όσα ήμουν ικανός να κάνω, όταν έχω αφοσιωθεί απόλυτα σε κάτι και το έχω ζήσει ως το ακραίο του σημείο. Αν αποτραβηχτώ από τη συμμετοχή, κόβω στην ουσία το αντίστοιχο μέρος της ψυχής μου.

Φυσικά, μπορεί να υπάρχουν σοβαροί λόγοι που να μην μου επιτρέπουν να βυθιστώ σε μια ορισμένη εμπειρία. Αλλά τότε είμαι υποχρεωμένος να ομολογήσω την ανικανότητά μου και θα πρέπει να ξέρω ότι ίσως να έχω παραμελήσει κάτι ζωτικής σημασίας. ΄Ετσι, διορθώνω την έλλειψη μιας θετικής πράξης με την σαφή γνώση της ανεπάρκειάς μου.
Ο άνθρωπος που δεν έχει περάσει από την κόλαση των παθών του, ποτέ δεν τα έχει κατανικήσει. Τότε τα βλέπει στον γείτονα, οπότε την κάθε στιγμή μπορεί να ξεπηδήσει μια σπίθα και να βάλει φωτιά στο δικό του σπίτι. ΄Οποτε εγκαταλείπουμε, αφήνουμε πίσω μας και λησμονούμε πάρα πολλά, πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να επιστρέψουν με μεγαλύτερη δύναμη αυτά που παραμελήσαμε.

 

 

Μια επιθυμία για το φως

(…) Εκείνη την εποχή κατάλαβα ότι μέσα στην ψυχή, από τις αρχέγονες αρχές της, υπήρχε μια επιθυμία για το φως και μια ασίγαστη ώθηση για ανάδυση από την αρχέγονη σκοτεινιά. ΄Οταν πέφτει η μεγάλη νύχτα, τα πάντα αποκτούν μια νότα βαθιάς συντριβής και κάθε ψυχή κατακλύζεται από έναν ανέκφραστο πόθο για το φως. Αυτό είναι το συγκρατημένο συναίσθημα που διακρίνει κανείς στα μάτια των πρωτογόνων καθώς και στα μάτια των ζώων. Τα μάτια των ζώων εκφράζουν μια θλίψη και ποτέ δεν ξέρουμε αν αυτή η θλίψη έχει σχέση με την ψυχή του ζώου ή αν είναι ένα σπαραχτικό μήνυμα από εκείνη την ύπαρξη που είναι ακόμα βυθισμένη στην ασυνειδητότητα. (…)

Τα γεγονότα μένουν

Κατάλαβα ότι δεν καταλήγει κανείς πουθενά παρά μόνο αν μιλάει στους ανθρώπους για τα πράγματα που γνωρίζουν. Ο αφελής δεν καταλαβαίνει πως προσβάλλει τον συνομιλητή του όταν του μιλάει για πράγματα άγνωστά του. Αυτή τη σκληρή συμπεριφορά τη συγχωρούν μόνο σ’ ένα συγγραφέα, δημοσιογράφο ή ποιητή. Κατέληξα στη διαπίστωση ότι μια νέα ιδέα ή ακόμα και μια ασυνήθιστη άποψη μιας παλιάς ιδέας, μεταβιβάζεται μόνο με γεγονότα. Τα γεγονότα μένουν και δεν είναι δυνατό να παραμεριστούν. Αργά ή γρήγορα, κάποιος τα ανακαλύπτει και ξέρει τι έχει ανακαλύψει.

Κατάλαβα ότι μιλούσα επειδή δεν είχα τίποτα καλύτερο να κάνω, ότι έπρεπε να παρουσιάσω γεγονότα και αυτά μου έλειπαν εντελώς. Δεν είχα τίποτα το συγκεκριμένο στα χέρια μου. Περισσότερο από ποτέ άλλοτε, στράφηκα στον εμπειρισμό. ΄Αρχισα να κατηγορώ τους φιλοσόφους για φλυαρία αφού τους έλειπαν οι εμπειρίες και ότι σιωπούσαν εκεί που θάπρεπε να είχαν απαντήσει με γεγονότα. Απ’ αυτή την άποψη, μου φαίνονταν όλοι σαν φανατικοί θεολόγοι. ΄Ενιωθα ότι κάποτε είχα περάσει από την κοιλάδα με τα διαμάντια, αλλά δεν μπορούσα να πείσω κανέναν – ούτε εμένα τον ίδιο, όταν τα εξέταζα από πιο κοντά – ότι τα δείγματα που είχα φέρει μαζί μου δεν ήταν απλώς κομμάτια από χαλίκι.

«Μόνο ο πληγωμένος γιατρός γιατρεύει»

Ως γιατρός είμαι συχνά αναγκασμένος να αναρωτιέμαι τι είδους μήνυμα μου φέρνει ο ασθενής. Τι σημαίνει για μένα; Αν δεν σημαίνει τίποτα, δεν έχω σημείο επαφής. Ο γιατρός επηρεάζει θεραπευτικά μόνο όταν επηρεάζεται ο ίδιος. «Μόνο ο πληγωμένος γιατρός γιατρεύει». Αλλά όταν ο γιατρός φοράει την προσωπικότητά του σαν πανοπλία, δεν επηρεάζει τον ασθενή. Παίρνω στα σοβαρά τους ασθενείς μου. ΄Ισως να αντιμετωπίζω κι εγώ ένα πρόβλημα ακριβώς όπως και αυτοί. Πολλές φορές ο ασθενής είναι ακριβώς το γύψινο καλούπι για το χτυπημένο μέρος του γιατρού. Γι’ αυτό, ίσως κι ο γιατρός να αναγκαστεί να ζήσει δύσκολες καταστάσεις – ή καλύτερα, ιδιαίτερα ο γιατρός.

 

Πρόσωπο με πρόσωπο

Συχνά με ρωτούν για την ψυχοθεραπευτική ή αναλυτική μου μέθοδο. Δεν μπορώ να απαντήσω με σαφήνεια στο ερώτημα. Η θεραπεία διαφέρει από περίπτωση σε περίπτωση. ΄Οταν ένας γιατρός μού λέει ότι εφαρμόζει αυστηρά αυτή ή εκείνη τη μέθοδο, αμφιβάλλω αν οι θεραπείες του είναι αποτελεσματικές. Λέγονται τόσα για την αντίσταση του αρρώστου που θα νόμιζε κανείς ότι ο γιατρός προσπαθεί να επιβάλει κάτι στον άρρωστο, ενώ η θεραπεία θα ‘πρεπε να πηγάζει αυθόρμητα από τον ίδιο τον ασθενή. Η ψυχοθεραπεία και η ανάλυση έχουν τόση ποικιλία όση και τα άτομα. Χειρίζομαι τον κάθε ασθενή όσο το δυνατό πιο ατομικά, επειδή η λύση του προβλήματος είναι πάντα ατομική.

Οι κανόνες με παγκόσμιο κύρος μπορούν να διεκδικήσουν τη θέση αξιώματος μόνο αν τους πάρει κανείς στα ελαφρά. Μια ψυχολογική αλήθεια είναι έγκυρη μόνο αν μπορεί να αντιστραφεί. Μια λύση που δεν θα ‘κανε καθόλου για μένα, ίσως να είναι εκείνη ακριβώς που πρέπει για κάποιον άλλο.

Φυσικά, ένας γιατρός πρέπει να γνωρίζει τις λεγόμενες «μεθόδους». Θα πρέπει, ωστόσο, να προσέχει να μην παγιδευτεί από καμιά ειδική προσέγγιση της ρουτίνας. Γενικά, θα πρέπει κανείς να φυλάγεται από τις θεωρητικές υποθέσεις. Σήμερα μπορεί να είναι έγκυρες, αύριο μπορεί να ανατραπούν από άλλες υποθέσεις. Στις δικές μου αναλύσεις δεν παίζουν κανένα ρόλο. Είμαι σκόπιμα μη-συστηματικός. Κατά τη γνώμη μου, στις συναλλαγές με άτομα, η μόνη στάση που αρμόζει είναι η ατομική κατανόηση. (…)
Το νευραλγικό σημείο είναι ότι αντιμετωπίζω τον ασθενή όπως ένα ανθρώπινο ον ένα άλλο. Η ανάλυση είναι ένας διάλογος που απαιτεί δύο συντρόφους. Ο αναλυτής και ο ασθενής κάθονται απέναντι ο ένας στον άλλο, πρόσωπο με πρόσωπο. Ο γιατρός έχει κάτι να πει αλλά επίσης κι ο ασθενής.

Από την αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Αναμνήσεις, Σκέψεις, ΄Ονειρα»,
εκδ. Σπαγείρια.

«Επιστολές-Επιλογή»

6 Απριλίου 1932

Η ανάλυση του δικού μας εσωτερικού υλικού

Η εργασία μου δεν έχει καμιά σχέση με τα Πανεπιστήμια. Συνεπώς, δεν υπάρχει στη διάθεσή μας πολυκλινικό υλικό. Επίσης, δεν είναι δυνατόν να μάθετε την αναλυτική ψυχολογία μελετώντας το αντικείμενό της, αφού αποτελείται αποκλειστικά απ’ αυτά που δεν γνωρίζετε για τον εαυτό σας. Μπορείτε να δείτε σ’ ένα άλλο πρόσωπο μόνο αυτά που η ίδια γνωρίζετε. Αλλά ό,τι γνωρίζετε η ίδια, δεν είναι ανάγκη να το μάθετε. Επίσης είναι εντελώς αδύνατο οι δυό σας να αναλύσετε πραγματικά ένα τρίτο πρόσωπο. ΄Ετσι, δεν θα προσεγγίσετε καθόλου το άλλο πρόσωπο.

΄Οταν σας πρότεινα να εργαστείτε επάνω στο δικό σας εσωτερικό υλικό, το έκανα όχι πιστεύοντας ότι αυτό συνιστούσε μια θεραπευτική αγωγή, αλλά επειδή είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για να μάθει κανείς να αναλύει.

Θα πρέπει εσείς η ίδια να είστε σε θέση να εκπληρώσετε αυτό που περιμένετε να εκπληρώσει ο ασθενής σας. Αν έχετε την απαίτηση να σας εμπιστευτεί τις κρυφές του εμπειρίες, θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να είστε σε θέση να κάνετε εσείς το ίδιο τρεις φορές καλύτερα. Καμιά ανάλυση οποιουδήποτε άλλου προσώπου δεν θα μπορέσει ποτέ να σας δώσει τη μοναδική εμπειρία που προσφέρει η ανάλυση του δικού σας εσωτερικού υλικού. Μόνο μ’ αυτό τον τρόπο μαθαίνετε να αναγνωρίζετε τη ζωντανή ψυχική διεργασία που δεν είναι ταυτόσημη με το συνειδητό. ΄Οποιος δεν έχει αναλύσει τον ίδιο του τον εαυτό δεν έχει δικαίωμα να αναλύει τους άλλους. Αυτή είναι η σταθερή μου πεποίθηση και τίποτα δεν μπορεί να την κλονίσει. Αν συμφωνείτε μ’ αυτά, τότε μπορούμε να εξετάσουμε τις μελλοντικές δυνατότητες.

25 Σεπτεμβρίου 1937

΄Οποιος νιώθει το κάλεσμα να οδηγεί ψυχές…

Μπορείτε να μάθετε πολλά για την ψυχολογία από τη μελέτη των βιβλίων, αλλά θα διαπιστώσετε ότι αυτού του είδους η ψυχολογία δεν βοηθάει πολύ στην πρακτική ζωή. Ο άνθρωπος που επωμίζεται τη φροντίδα των ψυχών θα ‘πρεπε να έχει μιαν ορισμένη σοφία της ζωής, που δεν αποτελείται μόνο από λέξεις, αλλά κυρίως από βιώματα. Μια τέτοια ψυχολογία, όπως την εννοώ εγώ, δεν είναι μόνο αντικείμενο γνώσης, αλλά ταυτόχρονα μια ορισμένη σοφία ζωής.
Αν αυτό είναι κάτι που να μπορεί να το διδαχθεί κανείς, ο τρόπος για να το διδαχθεί είναι η προσωπική εμπειρία της ανθρώπινης ζωής. Μια τέτοια εμπειρία είναι εφικτή μόνον όταν η διδασκαλία έχει προσωπικό χαρακτήρα, δηλαδή όταν διδασκόσαστε προσωπικά και όχι γενικά. Στις Ινδίες, από πανάρχαια χρόνια, επικρατεί το έθιμο να έχουν σχεδόν όλοι οι κάπως μορφωμένοι τουλάχιστον έναν γκουρού, έναν πνευματικό καθοδηγητή που διδάσκει εσάς, και μόνο εκείνο που θα ‘πρεπε εσείς να γνωρίζετε. Δεν είναι ανάγκη να ξέρουν όλοι το ίδιο πράγμα και αυτό το είδος της γνώσης δεν μπορεί ποτέ να μεταδοθεί με τον ίδιο τρόπο.

Αυτό λείπει εντελώς από τα Πανεπιστήμιά μας, δηλαδή η σχέση δασκάλου και μαθητή. Και αυτό είναι ταυτόχρονα εκείνο που θάπρεπε και σεις να έχετε, καθώς και όσοι συνάδελφοί σας επιθυμούν να έχουν μια ψυχολογική προετοιμασία.

΄Οποιος νιώθει το κάλεσμα να οδηγεί ψυχές, πρέπει πρώτα να αφήσει κάποιον άλλον να καθοδηγήσει την ψυχή του, επειδή μόνον έτσι θα μάθει τι σημαίνει να ασχολείται κανείς με την ανθρώπινη ψυχή. Η γνωριμία με τη δική σας τη σκιά είναι ο καλύτερος τρόπος για να καταπιαστείτε με τη σκοτεινιά των άλλων. Δεν θα σας βοηθούσε ιδιαίτερα η μελέτη των βιβλίων και μόνο, παρ’ όλο που είναι κι αυτή απαραίτητη. Αλλά εκείνο που θα σας βοηθούσε περισσότερο απ’ όλα είναι η προσωπική διείσδυση στα μυστικά της ανθρώπινης ψυχής.
Διαφορετικά, τα πάντα παραμένουν ένα έξυπνο διανοητικό παιχνίδι από κενές λέξεις που οδηγούν σε κενές συζητήσεις. Προσπαθείστε να βρείτε στα βιβλία μου το τι εννοώ και αν έχετε ένα στενό φίλο, προσπαθείστε να δείτε πίσω από το παραπέτασμά του για να ανακαλύψετε τον εαυτό σας. Αυτό θα ήταν μια καλή αρχή.

 

18 Φεβρουαρίου 1941

«Ψυχολογική εφίδρωση»

( … ) Είμαι βέβαιος ότι η ψωρίαση είναι ψυχολογική αρρώστια, αν και δεν είμαι σε θέση να εντοπίσω την ακριβή ψυχολογική αιτία της. Αλλά ξέρω ότι αν η ψυχολογία ενός ασθενούς ξεκαθαρίσει ώστε να λειτουργεί έτσι όπως θάπρεπε να λειτουργεί κάθε ανθρώπινο ον, τότε όλα όσα ήταν καταπιεσμένα πρωτύτερα βγαίνουν στο προσκήνιο. Φαίνεται ότι τα ψυχολογικά δερματικά νοσήματα δεν είναι παρά ένα είδος ψυχολογικής εφίδρωσης. Θα ‘λεγε κανείς ότι τα καταπιεσμένα ή εμποδισμένα περιεχόμενα φιλτράρονται περνώντας μέσα από το δέρμα και εμφανίζονται στην επιφάνεια, όπως η υγρασία απλώνεται στους τοίχους.

 

5 Μαίου 1941

Η νεύρωση είναι στείρα και εχθρική στη ζωή

Κατά τη γνώμη μου δεν είναι δυνατό να συσχετίσει κανείς τις διάφορες μορφές της νεύρωσης με αιτιολογικά αρχέτυπα. Τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά και σχηματοποιημένα. ΄Οσο για την αιτιολογία των νευρώσεων, το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι η νεύρωση εμφανίζεται όποτε η εσωτερική ψυχική κατάσταση δεν βρίσκεται σε συμφωνία με την εξωτερική και επομένως η μία ή η άλλη παραμελείται, ιδιαίτερα στην προσπάθεια για προσαρμογή. (…)
Ασφαλώς είμαι γιατρός, αλλά ακόμα περισσότερο με απασχολεί το τι μπορεί να σώσει τον άνθρωπο, επειδή συμβαίνει να είμαι επίσης ψυχίατρος. Θα έλεγα στον Κίκεργκαρντ χωρίς περιστροφές: «Δεν έχει σημασία αυτό που εσύ λες, αλλά το τι λέει αυτό μέσα σου. Τις απαντήσεις σου θα πρέπει να τις απευθύνεις σ’ αυτό. Ο Θεός είναι ευθύς μαζί σου και είναι η φωνή μέσα σου. Θα πρέπει να δώσεις την προσοχή σου σ’ αυτή τη φωνή». Τότε θα είχαμε να κάνουμε μ’ έναν αλλαγμένο άνθρωπο, ασφαλώς, αλλά μ’ έναν ολόκληρο άνθρωπο, όχι με μιαν απλή μετακίνηση άχαρων, αποσπασματικών στοιχείων.

Η αληθινή δημιουργική ιδιοφυία δεν καταστρέφεται με την ανάλυση, αντίθετα, ελευθερώνεται από τα εμπόδια και τις στρεβλώσεις της νεύρωσης. Η νεύρωση δεν παράγει τέχνη. Είναι στείρα και εχθρική στη ζωή. Είναι αποτυχία και κακοτεχνία. Αλλά οι σύγχρονοι νομίζουν ότι η νοσηρότητα είναι δημιουργική γέννα – πράγμα που συνιστά μέρος της γενικής παραφροσύνης της εποχής μας.
Η νεύρωση είναι μια δικαιολογημένη αμφιβολία μέσα στον άνθρωπο και συνεχώς προτάσσει το τελικό ερώτημα της εμπιστοσύνης στον άνθρωπο και στο Θεό. Η αμφιβολία είναι δημιουργική μόνο αν βρίσκει ανταπόκριση στις πράξεις. Η νεύρωση αθωώνεται μόνο ως μία φάση – αλλά είναι παθολογική όταν καταντά χρόνια. Η νεύρωση είναι μία μακροχρόνια κρίση που εκφυλίζεται σε συνήθεια, μια καθημερινή καταστροφή έτοιμη για χρήση.

Στο ερώτημα εάν το άγχος αποτελεί το υποκείμενο ή το αντικείμενο των φιλοσόφων, το μόνο που μπορώ να απαντήσω είναι: το άγχος δεν μπορεί ποτέ να γίνει αντικείμενο αν δεν υπήρξε πρώτα υποκείμενο. Μ’ άλλα λόγια, το άγχος, ως θυμικός παράγων, πάντα μας κατέχει γι’ αυτό λέμε, ευφημιστικά, «έχω άγχος».
Ο φιλόσοφος ξεκινά από το άγχος που τον κατέχει και ύστερα, με τον στοχασμό, μετατρέπει την υποκειμενική του κατάσταση στην έννοια του άγχους. Ερώτημα: Υπάρχει ένα αντικείμενο που να προκαλεί το άγχος ή πρόκειται για μιαν ανανδρία του εγώ που τα κάνει επάνω του; Τι είναι το «άγχος του εγώ», αυτής της «μετριότατα μέτριας» έπαρσης και αλαζονείας ενός μικρού τενεκεδένιου θυμού, σε σύγκριση με την παντοδύναμη σκιά του Κυρίου, πού είναι ο φόβος ο οποίος γεμίζει ουρανό και γη; Το πρώτο οδηγεί σε μιαν αποτρεπτική αμυντική φιλοσοφία, το δεύτερο στη «γνώση του Θεού».

«Επιστολές-Επιλογή», εκδ. Σπαγείρια

 

Ο κόσμος μας είναι ένα καζάνι που βράζει

Ζούμε σε μια εποχή σύγχυσης και διάλυσης. Ο κόσμος μας είναι ένα καζάνι που βράζει. ΄Οπως συνηθίζεται σε τέτοιες περιστάσεις, τα ασυνείδητα περιεχόμενα πιέζουν για ανάδυση μέχρι τα όρια της συνείδησης, προκειμένου να αντισταθμίζουν την κρίση της. Γι’ αυτό αξίζει να εξετάσουμε για λίγο όλα τούτα τα οριακά φαινόμενα με τη μεγαλύτερη προσοχή, όσο δυσνόητα και αν φαίνονται, με προοπτική να ανακαλύψουμε τους σπόρους νέων και δυναμικών τάξεων. Το φαινόμενο της μεταβίβασης είναι αναμφίβολα ένα από τα σημαντικότερα σύνδρομα στη διαδικασία της εξατομίκευσης. Ο πλούτος των νοημάτων ξεπερνά τις απλές προσωπικές συμπάθειες ή αντιπάθειες. Εξαιτίας των συλλογικών περιεχομένων και συμβόλων του υπερβαίνει την ατομική προσωπικότητα και επεκτείνεται στην κοινωνική σφαίρα, θυμίζοντάς μας εκείνες τις ανώτερες ανθρώπινες σχέσεις που λείπουν τόσο επώδυνα από τη σημερινή κοινωνική μας τάξη, ή μάλλον αταξία.

Τα σύμβολα του κύκλου και της τετράδας, τα ορόσημα της διαδικασίας εξατομίκευσης, στρέφουν αφενός στο παρελθόν, στην αρχική και πρωτόγονη τάξη της ανθρώπινης κοινωνίας και αφετέρου προς το μέλλον σε μία εσωτερική τάξη της ψυχής. Είναι λες και η ψυχή αποτελεί το απαραίτητο όργανο για την αναδιοργάνωση μίας πολιτισμένης κοινότητας, ως αντίθετη προς τις συλλογικές στάσεις που είναι τόσο της μόδας, με τις συναθροίσεις των ανόητων ανθρώπων της μάζας. Αυτός ο τύπος οργάνωσης έχει νόημα μόνο εάν το ανθρώπινο υλικό που προτίθεται να οργανώσει έχει κάποια ικανότητα. Αλλά ο άνθρωπος της μάζας δεν είναι ικανός για τίποτα. Είναι ένα απλό μόριο που έχει ξεχάσει τι είναι να είσαι άνθρωπος και έχει χάσει την ψυχή του. Εκείνο που λείπει από τον κόσμο μας είναι η ψυχική σύνδεση και καμία κλίκα, κανένα διαπλεκόμενο συμφέρον, πολιτικό κόμμα ή Κράτος δε θα μπορέσει να την υποκαταστήσει. Αποτελεί επομένως ένα μικρό θαύμα το ότι οι γιατροί και όχι οι κοινωνιολόγοι ήταν που αισθάνθηκαν πρώτοι περισσότερο ξεκάθαρα από τον καθένα τις αληθινές ανάγκες του ανθρώπου. Και τούτο επειδή ως ψυχοθεραπευτές έχουν την περισσότερο άμεση ενασχόληση με τις οδύνες της ψυχής.

 

«Η Ψυχολογία της Μεταβίβασης – RosariumPhilosophorum»,
εκδ. Ιάμβλιχος

 

 

Ετικέτες: Carl Gustav Jung, Ασυνείδητο, Εαυτός, Σκιά, Τέχνη, Ψυχανάλυση